ἀλαμπεῖς

ἀλαμπεῖς
ἀλαμπής
dull
masc/fem acc pl
ἀλαμπής
dull
masc/fem nom/voc pl (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • γαδολινίτης — Ορυκτό πυριτικό άλας του σιδήρου, του βηρυλλίου και του υτρίου (Fe Be2 Y2Si2 Ο10), που κρυσταλλώνεται σε κρυστάλλους του μονοκλινούς κρυσταλλικού συστήματος. Οι κρύσταλλοί του είναι αλαμπείς και σπάνια βρίσκονται στη φύση. Ο γ. βρίσκεται στους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”